lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βότκα στα ουκρανικά

Λέξη:
βότκα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
горілка, оковита
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βότκα, βότκα τιμή, βότκα πορτοκάλι σειρά, βότκα πορτοκάλι επεισόδιο 8, βότκα πορτοκάλι, βότκα μπύρα ή ουίσκι δείτε τι πίνουν οι κάτοικοι του πλανήτη μας, βότκα στα ουκρανικά, горілка στα ελληνικά
βότκα στα ουκρανικά