lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δημοσιογράφος στα ουκρανικά

Λέξη:
δημοσιογράφος (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
журналіст, лайнер, лобіст, публіцист, доповідач, оглядач, помічник, репортер, співробітник, учасник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δημοσιογράφος, δημοσιογράφος χίος, δημοσιογράφος τζεβελέκος, δημοσιογράφος μκο, δημοσιογράφος κωστας τζεβελέκος, δημοσιογράφος θόδωρος καρυπίδης, δημοσιογράφος στα ουκρανικά, журналіст στα ελληνικά
δημοσιογράφος στα ουκρανικά