lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διασταύρωση στα ουκρανικά

Λέξη:
διασταύρωση (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
перетин, перетинання, перехід, перехрестя, сполучення, схрещування
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά διασταύρωση, διασταύρωση τίγρη με λιοντάρι το μεγαλύτερο αιλουροειδές στον κόσμο, διασταύρωση στοιχείων οφειλετών ληξιπρόθεσμων οφειλών, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λιονταριού με τίγρη, διασταύρωση λιοντάρι με τίγρη, διασταύρωση στα ουκρανικά, перетин στα ελληνικά
διασταύρωση στα ουκρανικά