lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπειρία στα ουκρανικά

Λέξη:
εμπειρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
випробувати, доведіть, довести, доводити, доказати, доказувати, досвід, дослід, зазнавати, зазнати, знати, льотчик-випробувач, постраждати, підпирати, підтримайте, підтримати, підтримувати, софістика, страждайте, страждати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εμπειρία, εμπειρία χρήστη, εμπειρία του μοτοβίλωφ, εμπειρία συνώνυμα, εμπειρία πελάτη, εμπειρία ορισμός, εμπειρία στα ουκρανικά, випробувати στα ελληνικά
εμπειρία στα ουκρανικά