lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπειρία στα πορτογαλικά

Λέξη:
εμπειρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
apodar, catar, ensaiar, experimentar, experimento, experiência, intentar, pretender, provar, prática, sentir, suportar, tentar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά εμπειρία, εμπειρία χρήστη, εμπειρία του μοτοβίλωφ, εμπειρία συνώνυμα, εμπειρία πελάτη, εμπειρία ορισμός, εμπειρία στα πορτογαλικά, apodar στα ελληνικά
εμπειρία στα πορτογαλικά