lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εξετάζω στα ουκρανικά

Λέξη:
εξετάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (23):
вивчати, вивчити, виявити, виявляти, виявіть, вчити, довідатися, довідуватися, досліджувати, дослідити, дослідіть, запитувати, оглядати, оглянути, опитайте, перевірити, питатися, поцікавитися, розвідати, розвідувати, розслідувати, цікавитися, шукати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εξετάζω, εξετάζω συνώνυμο, εξετάζω στα αγγλικα, εξετάζω μετάφραση, εξετάζω in english, εξετάζω στα ουκρανικά, вивчати στα ελληνικά
εξετάζω στα ουκρανικά