lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδεινώνω στα ουκρανικά

Λέξη:
επιδεινώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (14):
загострити, загострювати, зіпсувати, зіпсуватися, погіршити, погіршитися, погірште, погірштеся, погіршувати, погіршуватися, порушити, порушувати, псувати, псуватися
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά επιδεινώνω, επιδεινώνω στα ουκρανικά, загострити στα ελληνικά
επιδεινώνω στα ουκρανικά