lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταναλωτής στα ουκρανικά

Λέξη:
καταναλωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
користувач, наймач, роботодавець, споживач, споживчий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά καταναλωτής, σωστός καταναλωτής, συνήγορος καταναλωτής, ορθολογικός καταναλωτής, ο καταναλωτήσ, καταναλωτής τροφίμων, καταναλωτής στα ουκρανικά, користувач στα ελληνικά
καταναλωτής στα ουκρανικά