lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατεβαίνω στα ουκρανικά

Λέξη:
κατεβαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
вийти, запалений, злущуватися, лузатися, лушпайка, лущитися, облуплюватися, освітлений, почистити, спускатися, спуститися, спустіться, сходити, трясовина, чистити, шкаралупа, шкурка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κατεβαίνω, κατεβαίνω συνώνυμα, κατεβαίνω προστακτική ενεστώτα, κατεβαίνω προστακτική, κατεβαίνω ονειροκρίτης, κατεβαίνω κλίση, κατεβαίνω στα ουκρανικά, вийти στα ελληνικά
κατεβαίνω στα ουκρανικά