lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κλειδί στα ουκρανικά

Λέξη:
κλειδί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
весна, джерело, доказ, клавіш, клавіша, ключ, ключик, ключовий, криниця, першоджерело, першопричина, пружина, стрибати, стрибнути, фонтан
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κλειδί, κλειδί φα, κλειδί τύπου χρηματοκιβωτίου, κλειδί του σολ, κλειδί του ντο, κλειδί κουμπαρά ττ, κλειδί στα ουκρανικά, весна στα ελληνικά
κλειδί στα ουκρανικά