lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κουλούρα στα ουκρανικά

Λέξη:
κουλούρα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
виток, вітер, завести, заводити, займатися, звивати, мотузка, обмотати, обмотка, обмотувати, поворот, свиток, світок, складка, спіраль, сувій, частувати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κουλούρα, κουλούρα του γάμου, κουλούρα της λαμπρής, κουλούρα πασχαλινη, κουλούρα μηχανής, κουλούρα λάρισας, κουλούρα στα ουκρανικά, виток στα ελληνικά
κουλούρα στα ουκρανικά