lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μέτρηση στα ουκρανικά

Λέξη:
μέτρηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (41):
біг, бігати, бігти, біжать, величина, виконаний, виконати, вимір, вимірювання, градація, діяти, застава, калібр, кегля, керувати, луска, лущити, лущитися, масштаб, метр, обертатися, обсяг, оподаткування, пересуватися, плинути, побігти, працювати, пробігати, піднятися, підніматися, рейс, ритм, розмір, ступінь, текти, тягнутися, формат, функціонувати, ходити, цикл, шкала
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μέτρηση, μέτρηση ταχύτητας internet, μέτρηση ταχύτητας, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση μήκους κύματος μονοχρωματικής ακτινοβολίας, μέτρηση στα ουκρανικά, біг στα ελληνικά
μέτρηση στα ουκρανικά