lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετοχή στα ουκρανικά

Λέξη:
μετοχή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
дієприкметник, причастя, таїнство
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μετοχή, μετοχή ταχυδρομικού ταμιευτηρίου, μετοχή πειραιώς, μετοχή παθητικού παρακειμένου, μετοχή οτε, μετοχή εχαε, μετοχή στα ουκρανικά, дієприкметник στα ελληνικά
μετοχή στα ουκρανικά