lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετοχή στα σουηδικά

Λέξη:
μετοχή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
particip, partisipp
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά μετοχή, μετοχή ταχυδρομικού ταμιευτηρίου, μετοχή πειραιώς, μετοχή παθητικού παρακειμένου, μετοχή οτε, μετοχή εχαε, μετοχή στα σουηδικά, particip στα ελληνικά
μετοχή στα σουηδικά