lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ντομάτα στα ουκρανικά

Λέξη:
ντομάτα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
помідор, помідорів, томат, томатний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ντομάτα, ντοματα φρουτο ή λαχανικο, ντομάτα φρούτο, ντομάτα σπορά φύτεμα καλλιέργεια, ντομάτα πότισμα, ντομάτα μακεδονία, ντομάτα στα ουκρανικά, помідор στα ελληνικά
ντομάτα στα ουκρανικά