lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ντομάτα στα πορτογαλικά

Λέξη:
ντομάτα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ντομάτα, ντοματα φρουτο ή λαχανικο, ντομάτα φρούτο, ντομάτα σπορά φύτεμα καλλιέργεια, ντομάτα πότισμα, ντομάτα μακεδονία, ντομάτα στα πορτογαλικά, tomate στα ελληνικά
ντομάτα στα πορτογαλικά