lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξέσπασμα στα ουκρανικά

Λέξη:
ξέσπασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
агонія, буря, вибух, виверження, викидання, виливання, випіт, виселення, відмова, відрижка, відхилення, галас, гамір, гомін, зривши, поїздка, приступ, пікнік, шторм, шум
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξέσπασμα, ξέσπασμα του φεγγαριού free download, ξέσπασμα του φεγγαριού, ξέσπασμα παπαδάκη, ξέσπασμα μελέτη, ξέσπασμα μαθήτριας για την ελλάδα του σήμερα, ξέσπασμα στα ουκρανικά, агонія στα ελληνικά
ξέσπασμα στα ουκρανικά