lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξέσπασμα στα πορτογαλικά

Λέξη:
ξέσπασμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
estalido, estampido, explosão, salva, tranquilo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ξέσπασμα, ξέσπασμα του φεγγαριού free download, ξέσπασμα του φεγγαριού, ξέσπασμα παπαδάκη, ξέσπασμα μελέτη, ξέσπασμα μαθήτριας για την ελλάδα του σήμερα, ξέσπασμα στα πορτογαλικά, estalido στα ελληνικά
ξέσπασμα στα πορτογαλικά