lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξίφος στα ουκρανικά

Λέξη:
ξίφος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
ґатунок, клеймити, меч, сорт, тавро, таврувати, шпага
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξίφος, σπαρτιατικό ξίφος, ομηρικό ξίφος, ξίφος των οιωνών, ξίφος τιτρώσκει σῶμα τὸν δὲ νοῦν λόγος, ξίφος τιμή, ξίφος στα ουκρανικά, ґатунок στα ελληνικά
ξίφος στα ουκρανικά