lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσβολή στα ουκρανικά

Λέξη:
προσβολή (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (25):
афронт, багно, бруд, виключення, виняток, ганьба, догана, жалоба, збиток, злочин, обмова, ображання, ображення, образа, поранення, поранити, порушення, пошкодження, провина, піке, рана, ранити, скарга, травма, ушкодження
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά προσβολή, προσβολή υπουργικής απόφασης, προσβολή της σύνθεσης ή της λειτουργίας του κοινοβουλίου, προσβολή της δημοσίας αιδούς, προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, προσβολή προσωπικότητας νομικού προσώπου, προσβολή στα ουκρανικά, афронт στα ελληνικά
προσβολή στα ουκρανικά