lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξιφασκία στα ουκρανικά

Λέξη:
ξιφασκία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
обгороджування, фехтування
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξιφασκία, ξιφασκία στο οακα, ξιφασκία πάτρα, ξιφασκία οακα, ξιφασκία με αμαξίδιο, ξιφασκία μαθήματα αθήνα, ξιφασκία στα ουκρανικά, обгороджування στα ελληνικά
ξιφασκία στα ουκρανικά