lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξύσμα στα ουκρανικά

Λέξη:
ξύσμα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
градація, зрізування, кора, луска, лушпайка, лушпина, лушпиння, лущити, лущитися, масштаб, піднятися, підніматися, розмір, стручок, ступінь, шкала, шкірка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξύσμα, ξύσμα πορτοκαλιού αγγλικά, ξύσμα πορτοκαλιού, ξύσμα πορτοκάλι, ξύσμα περγαμόντου, ξύσμα περγαμόντο, ξύσμα στα ουκρανικά, градація στα ελληνικά
ξύσμα στα ουκρανικά