lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οργή στα ουκρανικά

Λέξη:
οργή (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (16):
божевілля, восковий, гнів, збавте, злоба, лють, роздратування, сказ, схил, фурія, шаленство, шаленість, шаль, шалю, шаля, ярість
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά οργή, οργή των τιτάνων, οργή συνωνυμα, οργή μόσχας για αθήνα μαύρος κύκνος ο ε.βενιζέλος για την χώρα, οργή μόσχας για αθήνα, οργή μεθυσμένα ξωτικά, οργή στα ουκρανικά, божевілля στα ελληνικά
οργή στα ουκρανικά