lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πίνω στα ουκρανικά

Λέξη:
πίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
пити, проїжте
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πίνω, πίνω το πικρό ποτήρι, πίνω πίνω, πίνω νερό κόβω καρπό, πίνω μπύρες, πίνω μπάφους πριν βγει το pro, πίνω στα ουκρανικά, пити στα ελληνικά
πίνω στα ουκρανικά