lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πακέτο στα ουκρανικά

Λέξη:
πακέτο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (13):
група, кишеньковий, купа, нагромадження, нагромаджувати, нагромадити, пакет, пакунок, партія, пачка, складати, скласти, штабель
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πακέτο, πακέτο ντελόρ, πακέτο κάλυψης ικα 101, πακέτο κάλυψης ικα, πακέτο ελληνικής γλώσσας για το office 2013, πακέτο διακοπών, πακέτο στα ουκρανικά, група στα ελληνικά
πακέτο στα ουκρανικά