lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περικυκλώνω στα ουκρανικά

Λέξη:
περικυκλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
близький, близько, вкладати, вкласти, додавати, додати, завершення, закривати, закрити, закриття, зачинити, зачиняти, коліна, обвийте, обійміть, огородити, оточувати, оточіть, пола, раунд, хлебтати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά περικυκλώνω, περικυκλώνω στα ουκρανικά, близький στα ελληνικά
περικυκλώνω στα ουκρανικά