lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πραμάτεια στα ουκρανικά

Λέξη:
πραμάτεια (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
керівник, крам, лідер, майно, напій, речі, староста, товар, товари, товарний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πραμάτεια, πραμάτεια στα ουκρανικά, керівник στα ελληνικά
πραμάτεια στα ουκρανικά