lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευθύνω στα σουηδικά

Λέξη:
διευθύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (29):
administrera, anförde, anställa, bedriva, behärska, beordra, bära, direkt, driva, drive, föra, före, förestå, förvalta, guide, handbok, handha, hantera, hushålla, hänvisa, köra, leda, ledare, lede, manövrera, presidera, reglera, rikta, rådgivare
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά διευθύνω, διευθύνω συνώνυμο, διευθύνω συνώνυμα, διευθύνω ορχήστρα, διευθύνω οικογένειες λέξεων, διευθύνω ετυμολογια, διευθύνω στα σουηδικά, administrera στα ελληνικά
διευθύνω στα σουηδικά