lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσγειώνομαι στα ουκρανικά

Λέξη:
προσγειώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
видаток, головний, заряд, заряджати, заряджений, звинуватити, звинувачення, звинувачувати, найкращий, обвинувачення, первинний, первісний, перший, постріл, початковий, призначати, призначити, рука, стрілець, ціна
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά προσγειώνομαι, προσγειώνομαι στα ουκρανικά, видаток στα ελληνικά
προσγειώνομαι στα ουκρανικά