lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσπαθώ στα ουκρανικά

Λέξη:
προσπαθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (19):
випробувати, доведіть, довести, доводити, доказати, доказувати, зазнавати, зазнати, знати, куштувати, льотчик-випробувач, постраждати, пробувати, підпирати, підтримайте, підтримати, підтримувати, страждайте, страждати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά προσπαθώ, προσπαθώ-μιχάλης χατζηγιάννης stixoi, προσπαθώ χατζηγιάννης, προσπαθώ συνώνυμα, προσπαθώ να σε ξεχάσω, προσπαθώ να μείνω έγκυοσ, προσπαθώ στα ουκρανικά, випробувати στα ελληνικά
προσπαθώ στα ουκρανικά