lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσπαθώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
προσπαθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (18):
amostra, catar, degustar, ensaiar, espécime, espécimen, examinar, experimentar, experimento, experiência, intentar, paladar, pretender, prova, provar, saborear, sentir, tentar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά προσπαθώ, προσπαθώ-μιχάλης χατζηγιάννης stixoi, προσπαθώ χατζηγιάννης, προσπαθώ συνώνυμα, προσπαθώ να σε ξεχάσω, προσπαθώ να μείνω έγκυοσ, προσπαθώ στα πορτογαλικά, amostra στα ελληνικά
προσπαθώ στα πορτογαλικά