lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πυκνότητα στα ουκρανικά

Λέξη:
πυκνότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
близькість, глибина, густина, густину, густота, консистенція, твердість, щільність
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πυκνότητα, πυκνότητα χάλυβα, πυκνότητα σιδήρου, πυκνότητα ρεύματος, πυκνότητα πάγου, πυκνότητα νερού, πυκνότητα στα ουκρανικά, близькість στα ελληνικά
πυκνότητα στα ουκρανικά