lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πόρτα στα ουκρανικά

Λέξη:
πόρτα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
вхід, входження, двері, запис, люк, ворота
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά πόρτα, πόρτα φυσαρμόνικα, πόρτα πόρτα ρόδος, πόρτα πόρτα θεσσαλονίκη, πόρτα πόρτα, πόρτα ονειροκρίτης, πόρτα στα ουκρανικά, вхід στα ελληνικά
πόρτα στα ουκρανικά