lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ρείθρο στα ουκρανικά

Λέξη:
ρείθρο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
канава, канавка
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ρείθρο, ρείθρο σχισμής, ρείθρο σημασια, ρείθρο πεζοδρομίου, ρείθρο οδού, πλατύ ρείθρον, ρείθρο στα ουκρανικά, канава στα ελληνικά
ρείθρο στα ουκρανικά