lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκόνη στα ουκρανικά

Λέξη:
σκόνη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
курява, куряву, пил
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σκόνη, σκόνη πυριτίου, σκόνη πρωτεΐνης, σκόνη πέτρες λάσπη, σκόνη μουστάρδας, σκόνη μαστίχας, σκόνη στα ουκρανικά, курява στα ελληνικά
σκόνη στα ουκρανικά