lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συμμέτοχος στα ουκρανικά

Λέξη:
συμμέτοχος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
вечір, вечірка, вступник, загін, партійний, партія, сторона, учасник, член
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά συμμέτοχος, συμμέτοχος στα ουκρανικά, вечір στα ελληνικά
συμμέτοχος στα ουκρανικά