lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχεδόν στα ουκρανικά

Λέξη:
σχεδόν (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
близький, близько, біля, двері, завершення, закривати, закрити, закриття, зачинити, зачиняти, коло, майже, навколо, по, почти, практично, приблизно, про, стосовно, щодо
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σχεδόν, σχεδόν τα πάντα για τα χμ, σχεδόν τίποτα. σχεδόν καλά. σχεδόν μαζί, σχεδόν ποτέ επεισόδια, σχεδόν ποτέ, σχεδόν πενήντα χρόνια, σχεδόν στα ουκρανικά, близький στα ελληνικά
σχεδόν στα ουκρανικά