lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φιλώ στα ουκρανικά

Λέξη:
φιλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
рот, цілувати, поцілуй, поцілунок, цілування, цілунок
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φιλώ, φιλώ την καρδιά σου - ανθρωποφαγία, φιλώ την καρδιά σου, φιλώ τα χειλη σου τα δυο, φιλώ στα αρχαία, φιλώ σε, φιλώ στα ουκρανικά, рот στα ελληνικά
φιλώ στα ουκρανικά