lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρέος στα ουκρανικά

Λέξη:
χρέος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
борг, борги, бюро, вартування, відомство, відповідальність, відставання, заборгованість, збір, контора, кредит, кредитний, кредитувати, мито, наряд, недоїмки, осудність, офіс, посада, підлягання, чергування
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά χρέος, χρέος της ελλάδας, χρέος συνώνυμα, χρέος στην εφορία, χρέος προς αεπ, χρέος οξυγόνου, χρέος στα ουκρανικά, борг στα ελληνικά
χρέος στα ουκρανικά