lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πέστροφα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fingerling, trout
πέστροφα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
pstruh
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
forelle
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forel, ørred
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trucha
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
truite
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trota
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
aure, forell, ørret
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
форель
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
forell
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
фарэль, форель
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
forell
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taimen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
pisztráng
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
upėtakis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
truta
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
postrv
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
pstruh
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
форель
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pstrąg

Σχετικές λέξεις

πέστροφα συνταγή, πέστροφα καπνιστή, πέστροφα ψητή, πέστροφα θερμίδες, πέστροφα καπνιστή θερμίδες, πέστροφα τηγανητή, πέστροφα στα κάρβουνα, πέστροφα στο φούρνο, πέστροφα διατροφική αξία