lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: πολιορκία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
besetment, siege
πολιορκία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
obklíčení, obléhání
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
belagerung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
belejring
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asedio, cerco, sitio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
siège
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assedio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beleiring
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
осада
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
belägring
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
piiramine
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
piiritys
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
opsada, sjedalo, sjedište
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ostrom, ostromlás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerco, sitio
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
asediu
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
oblężenie

Σχετικές λέξεις

πολιορκία μεσολογγίου, πολιορκία του λένινγκραντ, πολιορκία της τύρου, πολιορκία της σεβαστούπολης, πολιορκία ρόδου, πολιορκία της κωνσταντινούπολης υπό των αράβων, πολιορκία της κωνσταντινούπολης, πολιορκία του χάνδακα, πολιορκία τριπολιτσάς, πολιορκία τύρου