lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γελοιοποιώ στα πολωνική

Λέξη:
γελοιοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
ośmieszać, wykpić, wyśmiewać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική γελοιοποιώ, γελοιοποιώ στα πολωνική, ośmieszać στα ελληνικά
γελοιοποιώ στα πολωνική