lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άλσος στα πορτογαλικά

Λέξη:
άλσος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άλσος, άλσος συγγρού, άλσος σκοπευτηρίου καισαριανής, άλσος περιστερίου, άλσος παπάγου, άλσος παγκρατίου, άλσος στα πορτογαλικά, cauchu στα ελληνικά
άλσος στα πορτογαλικά