lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έλξη στα πορτογαλικά

Λέξη:
έλξη (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
comboio, declive, dispositiva, disposição, encesta, encosta, inclinação, ladeira, prolixidade, rampa, seduzia, tendência, trem, vertente
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έλξη, έλξη χρημάτων, έλξη του πλούτου, έλξη του γερουνδιακού, έλξη του αναφορικού ασκήσεις, έλξη του αναφορικού αρχαια, έλξη στα πορτογαλικά, comboio στα ελληνικά
έλξη στα πορτογαλικά