lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναπτύσσω στα πορτογαλικά

Λέξη:
αναπτύσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
desdobrar, desenvolver, despregar, fomentar, prosperar, revelar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αναπτύσσω, αναπτύσσω συνωνυμα, αναπτύσσω προστακτικη, αναπτύσσω παρατατικός, αναπτύσσω λεξικό, αναπτύσσω κλιση, αναπτύσσω στα πορτογαλικά, desdobrar στα ελληνικά
αναπτύσσω στα πορτογαλικά