lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προχωρώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
προχωρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
adiantar, ascender, avançar, promover, empurrar, menear, mover, progredir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά προχωρώ, προχωρώ συνώνυμο, προχωρώ συνώνυμα, προχωρώ αγγλικά, προχωρώ στα πορτογαλικά, adiantar στα ελληνικά
προχωρώ στα πορτογαλικά