lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναστατώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
αναστατώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
derribar, entornar, revirar, tirar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αναστατώνω, αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω στα πορτογαλικά, derribar στα ελληνικά
αναστατώνω στα πορτογαλικά