lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανυπάκουος στα πορτογαλικά

Λέξη:
ανυπάκουος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
desobediente, recalcitrante, revoltoso, desmandado, refractário, resistente, sólido
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ανυπάκουος, ανυπάκουος στα πορτογαλικά, desobediente στα ελληνικά
ανυπάκουος στα πορτογαλικά