lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρωγή στα πορτογαλικά

Λέξη:
αρωγή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (12):
ajuda, ajudar, apoio, assistir, assistência, auxiliar, auxilio, auxílio, salvais, salvamento, socorrer, socorro
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αρωγή, αρωγη συνώνυμα, αρωγή συνώνυμο, αρωγή μκο, αρωγή λεξικό, αρωγή λάρισα, αρωγή στα πορτογαλικά, ajuda στα ελληνικά
αρωγή στα πορτογαλικά