lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασαφής στα πορτογαλικά

Λέξη:
ασαφής (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
abstracto, abstruso, brumoso, confuso, escuro, inarticulado, indefinido, indeterminado, indistinto, informe, vago
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ασαφής, ασαφής συνώνυμα, ασαφής στα αγγλικα, ασαφής λογική παπαδοπουλος, ασαφής λογική και νευρωνικά δίκτυα, ασαφής λογική εφαρμογες, ασαφής στα πορτογαλικά, abstracto στα ελληνικά
ασαφής στα πορτογαλικά